ακεταλδεΰδη ή οξική αλδεΰδη ή αιθανάλη

ακεταλδεΰδη ή οξική αλδεΰδη ή αιθανάλη
Οργανική ένωση του τύπου CΗ3CHO, ένα από τα απλούστερα μέλη της σειράς των αλδεϋδών. Είναι υγρό άχρωμο και ευκίνητο, με έντονη οσμή, σημείο ζέσης 20,8°C και σημείο τήξης -121°C. Αναμειγνύεται σε όλες τις αναλογίες με το νερό, την αλκοόλη και τον αιθέρα. Παράγεται από την αιθυλική αλκοόλη με οξείδωση σε θερμοκρασία περίπου 400°C, από την αντίδραση νερού και ακετυλενίου με καταλύτες άλατα υδραργύρου, σε θερμοκρασία 95°C και από τη συμπύκνωση ακετυλενίου με αλκοόλη παρουσία ΚΟΗ. Με ανόργανα οξέα πολυμερίζεται σε υγρή παραλδεΰδη (CH3CHO)3 και σε κρυσταλλική μεταλδεΰδη (CH3CHO)4. Με οξείδωση δίνει οξικό οξύ, με αναγωγή αιθυλική αλκοόλη, με αλκοξείδιο του αργιλίου Al(OC2H5)3, σχηματίζει οξικό αιθυλεστέρα και δημιουργεί πολύ εύκολα αντιδράσεις αλδολικής συμπύκνωσης: 2CH3CHO CH3-CH(OH)-CH2-CHO. Αποτελεί σπουδαία πρώτη ύλη για τη σύνθεση πολλών οργανικών ενώσεων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • οξικός — ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο όξος, στο ξίδι 2. χημ. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή οφείλεται στο οξικό οξύ (α. «οξικές ιδιότητες» β. «οξικό άλας» γ. «οξικός εστέρας») 3. φρ. α) «οξικό οξύ» άκυκλη οργανική ένωση, κορεσμένο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”